Οι πύργοι είναι οι πολυάριθμοι σε όλη την ύπαιθρο χώρα του νησιού. Ως τώρα εντοπίσθηκαν (76), δηλαδή πλέον του ενός ανά ένα τετραγωνικό χιλιόμετρο. οι περισσότεροι σε δύσβατα και απομακρυσμένα σημεία. Όλοι είναι κυκλικοί, με εξωτερική διάμετρό από 4-13,50μ. , συνήθως κατασκευασμένοι από το πέτρωμα της κάθε περιοχής. Ήταν τουλάχιστον διώροφοι με εσωτερικούς διαχωριστικούς τοίχους και εσωτερικό σπειροειδές κλιμακοστάσιο πακτωμένο στην εσωτερική πλευρά των τοίχων. Σε πολλές περιπτώσεις κοντά τους υπήρχαν και άλλα κτίσματα, πηγάδια ή στέρνες, ακόμα και περίβολοι («Πύργος στο Φλάμπουρο» (25), τέλος 4ου – αρχές του 3ου αι. π.Χ.).
Όπως συμπεραίνεται, κυρίως από τα επιφανειακά ευρήματα και την τοιχοποιία τους, φαίνεται ότι κατασκευάσθηκαν σταδιακά από τον 6ο μέχρι τον 3ο αι. π.Χ. Ορισμένοι από τους αρχαιότερους πύργους κτίσθηκαν κοντά σε ορυχεία, πιθανότατα στο τέλος του 6ου αι. π.Χ., μετά την γνωστή επιδρομή των Σαμίων εξόριστων στη Σίφνο (περίπου το 525π.Χ., Ηρόδοτος, «Ιστορίαι»), και δημιούργησαν σε συνδυασμό με τις ακροπόλεις, τα οχυρά και άλλους πύργους το πρώτο συστηματικό σηματοδοτικό δίκτυο επικοινωνίας στο νησί. Θα είχαν ως κύριο σκοπό την προστασία των μεταλλείων αργύρου και χρυσού και θα λειτουργούσαν ως φρυκτωρίες, δηλαδή σταθμοί μετάδοσης μηνυμάτων με φωτιά. Τη δυνατότητα άμεσης ενημέρωσης για κίνδυνο από τη θάλασσα παρείχαν καίριοι σταθμοί που επόπτευαν το πέλαγος από όλες τις πλευρές. Παράλληλα επόπτευαν και προστάτευαν τις αγροτικές κυρίως δραστηριότητες στην ύπαιθρο χώρα.
Η κύρια μέθοδος σηματοδότησης θα πρέπει να ήταν με καπνό και φωτιά (Θουκυδίδης «Ιστορία του Πελοποννησιακού πολέμου», Αινείας ο Τακτικός –4ος αι. π.Χ.- , «πώς να επιβιώνεις σε πολιορκία», Πολύβιος –2ος αι. π.Χ., «Ιστορίαι»), ενώ δεν αποκλείεται με κατάλληλες καιρικές συνθήκες να χρησιμοποιείτο σύστημα αντανακλάσεων γυαλιστερών αντικειμένων- π.χ. ασπίδες- ( Ηρόδοτος, μάχη Μαραθώνα 490π.Χ.).
Κατά την πρώτη φάση δημιουργίας του δικτύου στα τέλη του 6ου αι. π.Χ. η ακρόπολη του Αγίου Ανδρέα, η οποία τότε άκμαζε, είχε τον κυρίαρχο στρατηγικό ρόλο σε αυτή την αλυσίδα σταθμών επικοινωνίας της εποχής (επτά πύργοι), καθώς είναι ο μοναδικός κρίκος της που επικοινωνεί με την πρωτεύουσα -το Κάστρο- το Άστυ και είχε τη δυνατότητα άμεσης μετάδοσης των ειδήσεων που λάμβανε από όλες τις άλλες θέσεις του νησιού, είτε απευθείας (…) είτε με ενδιάμεσο σταθμό (…), προκειμένου αφενός οι ενδεικνυόμενες αποφάσεις να λαμβάνονται ταχύτατα και αφετέρου να ενημερώνεται ο πληθυσμός για την όποια αναγκαία δραστηριότητά τους. Ενδεικτικά: Η είδηση από τα μεταλλεία αργύρου και χρυσού μεταβιβαζόταν από τους πύργους της περιοχής στον κόμβο μετάδοσης στον «Άσπρο Πύργο» και στη συνέχεια στον κεντρικότερο κόμβο στην Ακρόπολη του Αγίου Ανδρέα. Από εδώ μεταφερόταν ταυτόχρονα στο Άστυ, στο οχυρό του Αγίου Νικήτα και στο Πύργο στο Καμπαναριό. Η είδηση απλωνόταν σχεδόν ταυτόχρονα στο οχυρό του Προφήτη Ηλία, στις Καμάρες και στον Πύργο στου Λαουτέρη από όπου τέλος έφθανε στο Πύργο στη Γούρνα. Το Άστυ για να ειδοποιήσει σε περίπτωση ανάγκης το υπόλοιπο νησί μετέδιδε στον κόμβο του Άγιο Ανδρέα από όπου το μήνυμα διαδιδόταν, είτε άμεσα είτε με άλλους ενδιάμεσους σταθμούς, σε όλο το νησί.
Με ανεπτυγμένο το δίκτυο επικοινωνίας κατά τις επόμενες χρονικές περιόδους η ακρόπολη καθίσταται ένα από τα πλέον στρατηγικά σημεία του νησιού, καθώς υπήρχε η δυνατότητα με τη σηματοδότηση μέσα σε πολύ λίγο χρόνο να υπάρχει άμεση πληροφόρηση για ολόκληρο το νησί. Έχει άμεση οπτική επαφή με το «άστυ» στο Κάστρο, τον Προφήτη Ηλία και την οχυρωματική εγκατάσταση στον Άγιο Νικήτα, καθώς και με 17 πύργους που βρίσκονται από το βόρειο τμήμα.