Αρχαιολογικοί χώροι

Ο αρχαιολογικός χώρος της ακρόπολης στον λόφο του Αγίου Ανδρέα Σίφνου

Στο ύψωμα της Καμαλαύκας, στην κορυφή του Αγ. Ανδρέα λειτουργεί από το 2010, ο μόνος οργανωμένος αρχαιολογικός χώρος στη Σίφνo, ο αρχαιολογικός Χώρος της Ακρόπολης του Αγίου Ανδρέα. Η διαμόρφωση και η ανάδειξή του συγχρηματοδοτήθηκε από το Υπουργείο Πολιτισμού Επιχειρησιακό πρόγραμμα Πολιτισμός και από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης, από το 2002 έως το 2008. Για τον υποδειγματικό τρόπο της οργάνωσής του και της ανάδειξής του έλαβε βραβείο από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή Europa Nostra 2010.

Ο Αρχαιολογικός χώρος λειτουργεί με πλήρεις υποδομές υποδοχής κοινού και Εκθετήριο, στο οποίο υπάρχει εποπτικό υλικό και ψηφιακές εφαρμογές. Η Εφορεία Αρχαιοτήτων Κυκλάδων διοργανώνει συνήθως, κατά τους καλοκαιρινούς μήνες ειδικές ξεναγήσεις. Μουσικές και άλλες εκδηλώσεις διοργανώνονται συνήθως, σε συνεργασία με άλλους πολιτιστικούς φορείς εμπρός από τα Τείχη της Ακροπόλεως συνήθως κατά την Πανσέληνο του Αυγούστου.

Οι έρευνες στον Λόφο του Αγ. Ανδρέα άρχισαν το 1898 από τον αρχαιολόγο Χρήστο Τσούντα. Την δεκαετία του 1970, η σιφνία αρχαιολόγος Δρ Βαρβάρα Φιλιππάκη, στέλεχος της αρχαιολογικής υπηρεσίας, άρχισε εκεί, συστηματικές έρευνες υπό την αιγίδα της Εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας που διήρκησαν μία δεκαετία, υπό αντίξοες συνθήκες.

Από το 1997 έως σήμερα οι συστηματικές έρευνες συνεχίζονται υπό την αιγίδα της Εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας, υπό την διεύθυνση της Δρ Χριστίνας Τελεβάντου, στελέχους τότε της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας, και ετοιμάζεται η σταδιακή δημοσίευσή τους.

Η ακρόπολη του Αγίου Ανδρέα

Στην κορυφή του λόφου τεκμηριώνεται ανθρώπινη δραστηριότητα τουλάχιστον από το τέλος της 4ης χιλιετίας π.Χ και ίσως να υπήρχε μικρή εγκατάσταση από το τέλος της Νεολιθικής / αρχές της πρώιμης εποχής του Χαλκού.

Με τα έως τώρα στοιχεία η ίδρυση της ισχυρά οχυρωμένης ακρόπολης ανάγεται στη Μυκηναϊκή Εποχή, στο τέλος του 13ου/αρχές 12ου αι. π.Χ. περίπου. Η προϊστορική κατοίκηση συνεχίσθηκε μέχρι τα μέσα του 11ου αι. π.Χ. περίπου και ύστερα από μια μακρά εγκατάλειψη τριών αιώνων περίπου, επανακατοικήθηκε κατά τους ιστορικούς χρόνους, τον 8ο αι. π.Χ. Άκμασε τουλάχιστον μέχρι το τέλος του 6ου αι. π.Χ., ενώ το ιερό, το οποίο ιδρύθηκε τον 8ο αι. π.Χ., συνέχισε να λειτουργεί έως τα ελληνιστικά χρόνια.

Η οχύρωση κατασκευάστηκε σε διάφορες φάσεις. Αρχικά αναγέρθηκε το εσωτερικό κυκλώπειο τείχος με σειρά μικρών τετράγωνων προμαχώνων (β-η, θ, ι, λ), έναν ημικυκλικό (κ) και άλλους δύο γωνιακούς (μ και κ), καθώς και τρεις Πυλίδες, δύο δευτερεύουσες Ι (βδ πλευρά) και ΙΙ (νότια πλευρά) και την κύρια ΙΙΙ (ανατολική πλευρά). Από αυτές προστατεύονται στη μια πλευρά με προμαχώνες οι Πυλίδες Ι (η) και ΙΙΙ (κ). Αργότερα το τείχος ενισχύθηκε με τον Πύργο Α και κατασκευάστηκε το εξωτερικό τείχος δημιουργώντας μια πολύ βαθιά τάφρο.

Η ακρόπολη είναι πυκνοδομημένη, οι δρόμοι διακλαδίζονται σε όλες τις περιοχές, και δύο από αυτούς οδηγούν στις δύο δευτερεύουσες Πυλίδες Ι και ΙΙ.

Τα κτίρια της μυκηναϊκής οικιστικής φάσης βρίσκονται κάτω από τα κτίρια των ιστορικών χρόνων και για αυτό εντοπίζονται σε σημεία όπου η ανασκαφή προχώρησε σε μεγάλο βάθος: Οικίες Ε και Η, η παλαιότερη φάση του Κτίριου Ι, ίσως τα μικρά μονόχωρα κτίσματα Κ 1 και 2, καθώς και οι παλαιότεροι τοίχοι στην Οικία Γ και το Οικοδομικό Συγκρότημα Α.

Μετά την μυκηναϊκή εγκατάλειψη τα κτίρια ερειπώθηκαν και μεγάλο τμήμα των τειχών κατάρρευσε γεμίζοντας την τάφρο με ογκολίθους. Κατά τη Γεωμετρική Εποχή, στα μέσα του 8ου αι. π.Χ. περίπου, ο χώρος καθίσταται εκ νέου ελκυστικός και κατάλληλος για μόνιμη, ασφαλή εγκατάσταση. Η οχύρωση επισκευάστηκε, η γεμάτη τάφρος διευθετήθηκε σε δρόμο, επισκευάσθηκαν ή ανοικοδομήθηκαν τα παλαιά μυκηναϊκά κτίρια (π.χ. Ι) ή οικοδομήθηκαν νέα, όπως ο Τομέας Ν, ο οποίος οργανώθηκε με δρόμους γύρω από το σύγχρονο του υστερογεωμετρικό ιερό. Όλα τα κτίρια της ακρόπολης κατοικούντο μέχρι και το τέλος της αρχαϊκής εποχής (π.χ. Λ, Π, Ο, Υ), ενώ διαπιστώνεται δραστηριότητα μέχρι και τα ελληνιστικά χρόνια (π.χ. Α και Κ).

Δυστυχώς ,έως σήμερα δεν έχει ταυτισθεί το αρχαίο όνομα της Ακροπόλεως. Δεδομένου του ότι μαρτυρούνται από τις πηγές αρχικά τρεις πόλεις στη Σίφνο με τα ονόματα Απολλωνία, Μινώα και Σίφνος, και αφού η αρχαία Σίφνος έχει ταυτισθεί επιγραφικά, το όνομα της θα πρέπει να αναζητηθεί μεταξύ των δύο πρώτων.