Ιστορία

Η Αντίπαρος

Η Αντίπαρος και οι γύρω νησίδες −Επάνω Φυρό (Κάβουρας), Κάτω Φυρό (Διπλό), Μάργινες (Όρος), Σάλιαγκος, Μπουρνταριά (Ρευματονήσι), Άγιος Αντώνιος, Μάρμαρα,  Πεταλίδα, Τσιμηντήρι, Δεσποτικό και Στρογγυλό− αποτελούν συστάδα νησιών στην καρδιά των Κυκλάδων,  σε καίρια γεωγραφική θέση και στην πορεία σημαντικών θαλάσσιων δρόμων. Η εγγύτητά τους με την Πάρο καθόρισε διαχρονικά την ιστορική τους εξέλιξη.

Σύμφωνα με γεωλογικές έρευνες η Αντίπαρος με τις νησίδες της ήταν ενωμένη με την γειτονική Πάρο και αποτελούσε, τουλάχιστον ως τους νεολιθικούς χρόνους, ένα ενιαίο νησί, το οποίο οι αρχαιολόγοι ονομάζουν συμβατικά «ευρύτερη Πάρο».

Η Αντίπαρος είναι το μεγαλύτερο νησί της συστάδας με έκταση 34,87 τ. χλμ. Έχει σχετικά χαμηλούς λόφους, μαλακά περιγράμματα, ιδίως στα ανατολικά, και μικρούς ευλίμενους όρμους. Χωρίζεται από την Πάρο με στενό δίαυλο πλάτους από 500 μ. (στα ΒΑ) έως 2,5 χλμ. (στα ΝΔ). Η υψηλότερη κορυφή (Προφήτης Ηλίας) έχει ύψος 299 μ.

Από γεωλογική άποψη ανήκει στην αττικοκυκλαδική κρυσταλλοσχιστώδη μάζα και αποτελείται από κρυσταλλοσχιστώδη και ηφαιστειογενή εκρηξιγενή πετρώματα. Αξιόλογη είναι η παρουσία μεταλλοφόρων κοιτασμάτων (σιδηρομετάλλευμα, καλαμίνα, μαγγανιοματάλλευμα, μικτά θειούχα) για τα οποία είναι βέβαιη η εκμετάλλευση τα νεότερα χρόνια ενώ τεκιμηριώνεται, έστω και περιορισμένη, η εκμετάλλευσή τους και κατά την αρχαιότητα. Κοίτασμα οψιανού υπάρχει στη νότια Αντίπαρο, στην περιοχή του Σωρού, δεν φαίνεται όμως να χρησιμοποιήθηκε για την κατασκευή εργαλείων κατά τους προϊστορικούς χρόνους.

Η αρχαία ιστορία της Αντιπάρου και των νησίδων της ανιχνεύεται μέσα από τις λιγοστές μαρτυρίες των αρχαίων πηγών και τα κατάλοιπα της ανθρώπινης δραστηριότητας που έχουν επισημάνει οι αρχαιολογικές έρευνες στην περιοχή.